Σχεδόν όλοι οι κακοήθεις όγκοι που αναπτύσσονται στην κοιλιά έχουν την ιδιότητα να εξαπλώνονται στο περιτόναιο σε ποσοστό που συχνά αγγίζει ή και ξεπερνά το 50%.
Η διασπορά αυτή μπορεί να γίνει είτε μέσω καρκινικών κυττάρων που αποφολιδόνωνται (ξεφλουδίζουν) από τον αρχικό όγκο και φυλακίζονται σε διάφορα σημεία της περιτοναϊκής κοιλότητας, είτε μέσω του λεμφικού συστήματος.
Έτσι δημιουργείται η περιτοναϊκή κακοήθεια η οποία, εφόσον προέρχεται από καρκίνο, ονομάζεται περιτοναϊκή καρκινωμάτωση, ενώ αν προέρχεται από σάρκωμα, ονομάζεται περιτοναϊκή σαρκωμάτωση.
Η επέκταση της νόσου μπορεί να γίνει τόσο προς την επιφάνεια του περιτοναίου που καλύπτει το κοιλιακό τοίχωμα (περίτονο πέταλο)
όσο και προς την επιφάνεια του περιτοναίου που καλύπτει τα σπλάγχνα (περισπλάγχνιο πέταλο),
προκαλώντας διήθηση τους, αναστολή της λειτουργίας τους (ειλεός) και καταστροφικές συνέπειες.
Η περιτοναϊκή κακοήθεια είναι μία πάθηση με δυσμενή πρόγνωση προκαλώντας τον θάνατο του ασθενούς σε διάστημα μηνών.
Η αντιμετώπισή της μέχρι πρόσφατα βασιζόταν στην χορήγηση συστηματικής χημειοθεραπείας χωρίς δυστυχώς ικανοποιητικά αποτελέσματα.
Η νέα θεραπευτική προσέγγιση της νόσου, στηρίζεται στην αντίληψη με βάση την οποία η περιτοναϊκή διασπορά ενός όγκου μπορεί, κατά περίπτωση, να θεωρηθεί περιοχική και όχι συστηματική επέκταση της νόσου. Απαρχή αυτής της αντίληψης απετέλεσε η παρατήρηση ότι η περιτοναϊκή κακοήθεια παραμένει περιορισμένη στην περιτοναϊκή κοιλότητα για το μεγαλύτερο χρόνο της ύπαρξής της.
Η νέα αυτή άποψη, επέτρεψε την εφαρμογή νέων θεραπευτικών προσεγγίσεων που προέρχονται από τον συνδυασμό διαφόρων θεραπευτικών κινήσεων, και φαίνεται, όταν εφαρμόζονται με τα απαιτούμενα αυστηρά κριτήρια να αποδίδουν βελτιωμένα αποτελέσματα.
Η νέα αυτή θεραπευτική στρατηγική περιλαμβάνει την συνδυασμένη χρήση κυτταρομειωτικής χειρουργικής (Cytoreductive Surgery – CRS) και την χρήση χημειοθεραπείας εντός της περιτοναϊκής κοιλότητας τόσο κατά την διάρκεια του χειρουργείου σε αυξημένη θερμοκρασία (Υπέρθερμη Ενδοπεριτοναϊκή Διεγχειρητική Χημειοθεραπεία – Hyperthermic Intraperitoneal Chemotherapy – HIPEC) όσο και μετά την χειρουργική επέμβαση σε φυσιολογική θερμοκρασία (EPIC).
Ως κυτταρομειωτική χειρουργική ορίζεται η χειρουργική εξαίρεση του μεγαλύτερου δυνατού καρκινικού φορτίου από τις επιφάνειες του περιτοναίου με την χρήση τόσο των κλασσικών χειρουργικών τεχνικών όσο και πηγών υψηλής ενέργειας (electroevaporative surgery),
μαζί με τον πρωτοπαθή όγκο με τέτοιο τρόπο ώστε, εάν είναι δυνατό, να μην παραμείνει υπολειμματικός όγκος που να είναι ορατός, μετά το τέλος της επέμβασης.
Η πλήρης εκτομή του καρκινικού φορτίου καταλείπει επιφάνειες ελεύθερες νόσου έτοιμες να δεχθούν την δράση της ενδοπεριτοναϊκής χημειοθεραπείας προς καταστροφή υπολειμματικών καρκινικών κυττάρων που δεν είναι ορατά σε μακροσκοπικό επίπεδο.
Η διεγχειρητική υπέρθερμη ενδοπεριτοναϊκή χημειοθεραπεία στοχεύει στην περαιτέρω καταστροφή των καρκινικών κυττάρων που παρέμειναν μετά την αφαίρεση του όγκου, καθώς τα χημειοθεραπευτικά φάρμακα που χορηγούνται εντός της περιτοναϊκής κοιλότητας κατά την διάρκεια του χειρουργείου, έχουν την ιδιότητα να επικάθονται στις περιτοναϊκές επιφάνειες και να ασκούν παρατεταμένα και έντονα την δράση τους.
Η εφαρμογή της μεθόδου μπορεί επιβάλλει την ύπαρξη εξειδικευμένης υλικο-τεχνολογικής υποδομής που περιλαμβάνει την χρήση αντλίας-συσκευής συνεχούς ανακυκλοφορίας του υπέρθερμου χημειοθεραπευτικού διαλύματος εντός της περιτοναϊκής κοιλότητας.
Η χορήγηση μπορεί να γίνει είτε με την χρήση «ανοικτής»
ή «κλειστής» μεθόδου.
Μέχρι σήμερα η αποκτηθείσα γνώση και εμπειρία καταδεικνύει σαφώς ότι ο συνδυασμός κυτταρομειωτικής χειρουργικής και υπέρθερμης ενδοπεριτοναϊκής χημειοθεραπείας αποτελεί μία μορφή τοπικο-περιοχικής θεραπείας με ιδιαίτερα ευεργετικά αποτελέσματα όταν εφαρμόζεται σε επιλεγμένους ασθενείς και συγκεκριμένα είδη όγκων όπως
Προφυλακτική χρήση της προαναφερόμενης συνδυασμένης θεραπευτικής προσέγγισης μπορεί να εφαρμοσθεί σε περιπτώσεις που ενώ δεν έχει αναπτυχθεί περιτοναϊκή διασπορά του όγκου, η πιθανότητα για την ανάπτυξή της είναι ιδιαίτερα σημαντική λόγω επιθετικής βιολογικής συμπεριφοράς του όγκου ή αντιμετώπισης όγκου σε τοπικά προχωρημένο στάδιο.